8.4.10

Financial Risk


Με ένα από τα πιο hot ζητήματα των ημερών, εκείνο που αφορά το financial risk (χρηματοοικονομικός κίνδυνος στα ελληνικά) καταπιάνεται το νέο τεύχος -το τεύχος 75- της σειράς Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ Ειδικές Εκδόσεις – The Economist που κυκλοφορεί μαζί με την εφημερίδα Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ στις 30 Απριλίου 2010.



Λίγα λόγια για το αφιέρωμα

Ο συγγραφέας του αφιερώματος Matthew Valencia παρομοιάζει τις βιαστικές εξόδους των επενδυτών από τις χρηματοπιστωτικές αγορές με τις πιέσεις που παράγουν τα πανικόβλητα… Πρόκειται για πιέσεις ( έως 4.500 Newtons ανά τετραγωνικό μέτρο) που μπορούν να λυγίσουν ακόμη και ατσαλένια φράγματα. Ο Valencia αποφαίνεται ότι η κρίση της περιόδου 2008 - 09 δημιούργησε παρόμοιες πιέσεις.
Στις σελίδες του αφιερώματός καταγράφεται πως η αντίληψη ότι οι αγορές μπορούν να «αστυνομεύουν» τους εαυτούς τους και να εγκλωβίζουν τον κίνδυνο σε μαθηματικούς τύπους αποδείχτηκε το πιο ακριβό λάθος του κόσμου. Το κόστος του λάθους -ή το ακριβό τίμημα- υπολογίζεται σε 15 τρισεκατομμύρια . δολάρια σε ενέσεις κεφαλαίου και άλλες μορφές στήριξης.
Αν οι οικονομολόγοι είχαν δίκιο στον υπολογισμό συχνότητας εμφάνισης των «μαύρων κύκνων» (ή ακραίων γεγονότων) το χρηματιστηριακό κραχ του 1987, η αναταραχή των επιτοκίων του 1992 και τη γενικευμένη κρίση του 2008 θα μπορούσαν να συμβούν μονάχα μία φορά κατά τη διάρκεια ζωής του σύμπαντος. Ο συγγραφέας του αφιερώματος μας υποστηρίζει ότι στις χρηματαγορές «μαύροι κύκνοι» παρουσιάζονται πολύ πιο συχνά από ό,τι υποδεικνύουν τα συνήθη μοντέλα πιθανοτήτων -και, όπως φάνηκε, οι πιθανές αιτίες δεν είναι μόνο ζητήματα όπως οι πανδημίες, η ασφάλεια του διαδικτύου και η τρομοκρατία.
Έχοντας πλέον αποκτήσει επαρκή χρονική απόσταση από το πρώτο ξέσπασμα της κρίσης, το αφιέρωμα εξετάζει τους λόγους που οδήγησαν σε αυτή. Επισημαίνει, μεταξύ άλλων, ότι υπήρχε υπερβάλλουσα πίστη μεταξύ των τραπεζικών στελεχών πως οι κεντρικές τράπεζες θα έσπευδαν να βοηθήσουν σε περίπτωση ανάγκης. . Ότι ορισμένα προϊόντα είχαν καταστεί τόσο περίπλοκα που πχ. η κατανόηση ενός τυπικού εγγυημένου χρεωστικού ομολόγου (CDO) θα απαιτούσε την ανάγνωση εγγράφων 30.000 σελίδων. Παράλληλα, ότι ήταν πολύ εύκολο για τραπεζικά στελέχη να επωφεληθούν από βραχυπρόθεσμα κέρδη αποφεύγοντας τις ευθύνες. Ότι στα ενυπόθηκα δάνεια, οι κακοί δανειστές έδιωξαν τους καλούς, συμβαδίζοντας με τους επιθετικούς ανταγωνιστές τους λόγω του φόβου μήπως και απολέσουν μερίδιο της αγοράς. Και ότι την ίδια ώρα οι ρυθμιστικές αρχές έδιναν περισσότερη προσοχή στο κεφάλαιο παρά στη ρευστότητα -τον «πιο συναισθηματικό από τους κινδύνους».
Βάσει των νέων δεδομένων που έχουν προκύψει, το αφιέρωμα του Economist καταγράφει τις νέες επιλογές που έχουν μπροστά τους, τόσο οι ρυθμιστικές αρχές, όσο και οι ίδιες οι τράπεζες. Σήμερα έχει αναδυθεί στην επιφάνεια ένα εύθραυστο είδος αισιοδοξίας, που γεννήθηκε από το εξαιρετικά φτηνό χρήμα και την ανακούφιση της αποφυγής της ύφεσης. Στο μέλλον, υποστηρίζεται, τα φανταχτερά μαθηματικά θα συνεχίσουν να διαδραματίζουν ένα ρόλο. Αλλά η χρηματοοικονομική δεν είναι φυσική, και οι αγορές έχουν μια συναισθηματική πλευρά. Είναι η ανθρώπινη συμπεριφορά, περισσότερο από τα χρηματοοικονομικά εργαλεία, που χρειάζεται ψάξιμο και πιθανότατα, αλλαγή.
Με άλλα λόγια, οι κανόνες θα πρέπει να είναι πιο αυστηροί και επαρκώς εφαρμόσιμοι για να αποφευχθούν μελλοντικές κρίσεις, αλλά και ότι όλες οι μεταρρυθμίσεις στον κόσμο δεν πρόκειται ποτέ να εγγυηθούν απόλυτη ασφάλεια. Οι ίδιες οι τράπεζες θα πρέπει να βρουν μια μέση οδό στη διαχείριση κινδύνων κάπου ανάμεσα στο ένστικτο και στον αριθμητικό φετιχισμό. Είναι καθήκον των τραπεζιτών να είναι δύσπιστοι, όχι αισιόδοξοι. Στη χρηματοοικονομική, οι θεοί θα βρουν πάντα έναν τρόπο να ξαναχτυπήσουν.


***Για να έχετε μία σφαιρική εικόνα του τεύχους,δείτε το αφιέρωμα του περιοδικού The Economist (13 Φεβρουαρίου)